Το Βιβλίο των Νεκρών πολλοί το συγχέουν με την αρχαία Αιγυπτιακή Βίβλο. Ας ξεκινήσουμε, λοιπόν, με τον διαχωρισμό αυτών των δύο. Το Βιβλίο των Νεκρών ή αλλιώς η Αιγυπτιακή Βίβλος της Ζωής, ήταν ένα βιβλίο που λειτουργούσε ως εγχειρίδιο για την μεταθανάτια ζωή. Περιλάμβανε ξόρκια που θα καθοδηγούσαν την ψυχή στην πλεύση της στη μεταθανάτια ζωή, ενώ ταυτόχρονα θα την βοηθούσαν να υπερνικήσει όλα τα κακά πνεύματα που θα συναντούσε. Σκοπός αυτού του βιβλίου ήταν να διαφυλάξει το σώμα του νεκρού αλλά κυρίως, να φροντίσει για την αιώνια ζωή που περίμενε την ψυχή, σε έναν κόσμο παρόμοιο με αυτόν που είχε αφήσει πίσω της. Οι γραφές που περιλαμβάνονταν στο εν λόγω βιβλίο, περιέγραφαν με λεπτομέρεια τι θα αντιμετώπιζε η ψυχή σε εκείνον τον κόσμο και τι έπρεπε να γνωρίζει και να πράττει, ώστε να καταφέρει να φτάσει στον «παράδεισο». Κανένα τέτοιο βιβλίο δεν ήταν ακριβώς ίδιο με κάποιο άλλο, καθώς τα κείμενα δημιουργούνταν ξεχωριστά για κάθε άτομο που έφευγε από τη ζωή. Όσοι είχαν την οικονομική δυνατότητα, έπαιρναν αυτό το εγχειρίδιο στον τάφο τους, για να τους καθοδηγεί και να τους προστατεύει.
Ο Αιγυπτιολόγος Geralidine Pinch τονίζει ότι το Βιβλίο των Νεκρών είναι διαφορετικό από την Αρχαία Αιγυπτιακή Βίβλο. Το Βιβλίο των Νεκρών ήταν ένα εξατομικευμένο βοήθημα για να επιτύχει το πνεύμα μια πλήρη και ευδαίμονα μεταθανάτια ζωή και σε καμία περίπτωση δεν αποτελούσε το ιερό βιβλίο της αιγυπτιακής θρησκείας.
Οι πρώτες ενδείξεις για την ύπαρξη αυτού του εγχειριδίου μας ταξιδεύουν πίσω, στην Τρίτη Δυναστεία της Αιγύπτου. (περίπου 2670 – 2613 π.Χ.). Εκείνη την περίοδο το συναντάμε σε απεικονίσεις μέσα σε τάφους. Κατά τη Δωδέκατη Δυναστεία (περίπου 1991 – 1802 π.Χ.) έχουμε την πρώτη μεταστροφή από ζωγραφιές και σύμβολα εντός του τάφου σε συγγραφή σε πάπυρο. Μαζί με τις απαραίτητες απεικονίσεις, τα ξόρκια αυτά τοποθετούνταν μέσα στον τύμβο ή τον τάφο του νεκρού. Ο πάπυρος αυτός, καταδείκνυε όλα τα στάδια από τα οποία θα περνούσε η ψυχή. Την προειδοποιούσε για όλα τα μυθικά πλάσματα που θα συναντούσε και την καθοδηγούσε στο πώς θα ξεπεράσει τους κινδύνους και τις παγίδες του άλλου κόσμου. Όποιος είχε το Βιβλίο των Νεκρών στον τάφο του, ήταν σαν ένας μαθητής να έχει όλες τις απαντήσεις στο διαγώνισμα στο σχολείο.
Με το πέρασμα των αιώνων το Βιβλίο αυτό εξελίχθηκε, χωρίστηκε σε κεφάλαια. Κατά την περίοδο του Νέου Βασιλείου (περ. 1570 – 1069 π.Χ.) το βιβλίο αυτό άρχισε να γίνεται ακόμα πιο δημοφιλές και οι κατασκευαστές του εξειδίκευαν τα ξόρκια τους όλο και περισσότερο. Οι «συγγραφείς» αυτών των βιβλίων έπρεπε να γνωρίζουν αρκετά πράγματα για το βίο του αποθανόντος ώστε να εξατομικεύσουν το βιβλίο στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό. Ανάλογα με τη ζωή στη γη, η ψυχή θα ακολουθούσε μια αντίστοιχη πορεία μετά το θάνατο κι έτσι οι συγγραφείς μπορούσαν να γίνουν πιο συγκεκριμένοι στις οδηγίες τους, ώστε να βοηθήσουν τον νεκρό όσο περισσότερο μπορούσαν.
Αρχικά, πρόσβαση σε τέτοιο βιβλίο είχαν μόνο οι βασιλείς και οι ευγενείς. Οι καθημερινοί άνθρωποι που μοχθούσαν για να επιβιώσουν δεν διέθεταν την απαιτούμενη οικονομική δυνατότητα για να το αποκτήσουν. Όσο πιο δημοφιλές και απαραίτητο γινόταν αυτό το βιβλίο, τόσο οι συγγραφείς προσαρμόζονταν στις νέες ανάγκες. Για να κερδίσουν περισσότερα χρήματα έπρεπε να μπορούν ακόμα περισσότεροι να το αγοράζουν. Έτσι, κατέληξαν σε κάποιες ομαδοποιήσεις κειμένων και τιμές για διαφορετικά πακέτα. Αυτά ορίζονταν αναλόγως του πόσα ξόρκια ήθελε κάποιος στο βιβλίο του, πόσες παραγράφους κ.τ.λ. Το μοναδικό ξόρκι/οδηγία που υπήρχε σε όλα τα βιβλία ήταν 125. Αυτό περιείχε όλες τις οδηγίες προς την ψυχή για το τι πρέπει να πει στην Αίθουσα της Αλήθειας.
Σύμφωνα με την αιγυπτιακή μυθολογία, η ψυχή κρίνεται για τα πεπραγμένα της εν ζωή. Η κρίση πραγματοποιείται στην Αίθουσα της Αλήθειας όπου βρίσκονται ο Όσιρις, ο Θωθ και ο Μάατ (ή κατ’ άλλες αναφορές ο Αννούβις) κοντά στις Κλίμακες της Δικαιοσύνης. Εκεί βρίσκονται και οι θεότητες που είναι γνωστές ως οι 42 δικαστές που διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στη μοίρα κάποιου. Στο πάτωμα, κάτω από τις Κλίμακες της Δικαιοσύνης, βρίσκεται ο Ammut, ένα τέρας του οποίου η μορφή έχει στοιχεία από λιοντάρι, ιπποπόταμο και κροκόδειλο, και περιμένει έτοιμο να κατασπαράξει την καρδιά όποιου κρίνεται ανάξιος για τον παράδεισο.
Η ψυχή για να απευθυνθεί στους δικαστές, πρέπει να τους κατονομάσει με το αρχικό τους όνομα (το Ren), και έπειτα να απαγγείλει την Αρνητική Εξομολόγηση ή αλλιώς τη Διακήρυξη της Αθωότητας. Πρόκειται για μία εξατομικευμένη λίστα με 42 αμαρτήματα τα οποία δεν είχε διαπράξει εν ζωή. Αν ο Όσιρις, ο Θωθ και οι 42 δικαστές αποδεχτούν την ομολογία, τότε η καρδιά παρουσιάζεται στον Όσιρι για να την ζυγίσει στον χρυσό ζυγό, έναντι του λευκού φτερού της αλήθειας του Μάατ. Αν η καρδιά είναι ελαφρύτερη από το φτερό, τότε μπορεί να προχωρήσει στην αναζήτηση για το Πεδίο των Καλαμιών. Αν, όμως, είναι βαρύτερη, ο Αμμούτ την κατασπαράζει και αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον «Μεγάλο Θάνατο». Εδώ έρχεται το τέλος της ύπαρξης. Για τους αρχαίους Αιγυπτίους η μη ύπαρξη θεωρούνταν χειρότερη από κάθε είδους αιώνια τιμωρία.
Το τι ακριβώς πρέπει να ομολογήσει η ψυχή και πώς να απευθυνθεί στους Θεούς περιλαμβάνεται στο 125ο ξόρκι. Εμφανώς είναι το πιο σημαντικό από όλα, γι’ αυτό και υπάρχει σε κάθε βιβλίο.