Όλοι έχετε ακουστά το Σούνιο και τον ναό του Ποσειδώνα. Γνωρίζετε, όμως, ότι υπάρχει ένας ακόμη αρχαιολογικός χώρος στην Αττική, αντίστοιχης σημασίας, με ιδιαίτερη ιστορία; Η διαδρομή μέχρι το Ραμνούντα είναι όμορφη και χωρίς ιδιαίτερη κίνηση. Μπορείτε να το δείτε σαν Κυριακάτικη εκδρομή και να το συνδυάσετε με μπάνιο στις διπλανές παραλίες. (Πρόταση για τους φίλους που δεν αγαπάνε και πολύ τις επισκέψεις σε αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία.)
Έτσι κι εμείς, Κυριακή πρωί ξεκινήσαμε από το Πόρτο Ράφτη για μια εξόρμηση που θα συνδύαζε την εξερεύνηση με τη γνώση και την ευχαρίστηση. Αρχικά, για όσους ενδιαφέρονται να πάνε, οφείλω να ενημερώσω ότι μεγάλο μέρος του αρχαιολογικού χώρου είναι κλειστό για τους επισκέπτες. Για όσο διαρκούν οι εργασίες συντήρησης, δεν μπορούμε να επισκεφθούμε το λιμάνι, τα τείχη της Ακρόπολης, το γυμνάσιο, το αρχαίο λατομείο, τα λείψανα οικημάτων, τον ναό του Αμφιαράου και πολλούς ταφικούς περίβολους.
Ουσιαστικά, επιτρέπεται η πρόσβαση μόνο στο σημείο όπου βρίσκεται το Ιερό της Νεμέσεως και ο ναός της Θέμιδος.
Σύμφωνα με όσα μας πληροφορεί η Εφορία Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής:
Τα ερείπια του αρχαίου δήμου Ραμνούντος, που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή, καταλαμβάνουν την κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής. Η Ραμνούς θεωρείται ο καλύτερα διατηρημένος από τους αρχαίους δήμους της Αττικής. Η ονομασία «Ραμνούς» προέρχεται από το φυτό (η) ράμνος (θάμνος).
Ο αρχαίος οικισμός ήταν τειχισμένος και περιλάμβανε δημόσια κτήρια, ιερά και οικίες. Στις εγκαταστάσεις της εσωτερικής οχύρωσης της ακροπόλεως διέμενε μόνιμα αθηναϊκή φρουρά, που έλεγχε το στενό πέρασμα μεταξύ Αττικής και Εύβοιας. Στην κάτω πόλη υπήρχαν ένα μικρό θέατρο, το γυμνάσιο, ένα μικρό ιερό του Διονύσου, κάποια άλλα δημόσια κτήρια και οικίες. Και στις δύο πλευρές της αρχαίας οδού, που συνέδεε τη Ραμνούντα με άλλους γειτονικούς δήμους, υπήρχαν πολυτελή ταφικά μνημεία. Η οδός αυτή κατέληγε στην οχυρωμένη πόλη.
Σε περίοπτη θέση, δίπλα στην αρχαία οδό, χτίστηκε τον 6ο π.Χ. αιώνα το άνδηρο του ιερού της Νεμέσεως. Εκεί, κατά τον 5ο αι. π.Χ. ιδρύθηκε μεγάλος δωρικός ναός, με έξι κίονες στις στενές και δώδεκα στις μακρές πλευρές. Στο εσωτερικό του ναού φυλασσόταν το περίφημο άγαλμα της θεάς, έργο του Αγοράκριτου, μαθητή του Φειδία. Το άγαλμα ήταν κατασκευασμένο από παριανό μάρμαρο, το οποίο, όπως παραδίδει ο περιηγητής του 2ου αι. μ.Χ. Παυσανίας, έφεραν οι Πέρσες μαζί τους για να κατασκευάσουν από αυτό το τρόπαιο που θα έστηναν μετά τη νίκη τους στον Μαραθώνα. Η θεά Νέμεσις όμως τους τιμώρησε για την αλαζονεία τους (ύβρις). Η ανάγλυφη βάση του (περί το 420 π.Χ.) εικονίζει τη Λήδα, μητέρα της Ελένης, να την οδηγεί στη μεταφυσική της μητέρα Νέμεσι.
Δίπλα, σε ένα μικρότερο ναό του 5ου αι. π.Χ., που χρησίμευε και ως θησαυρός του μεγάλου, λατρευόταν η Θέμις. Στο εσωτερικό του ναού βρέθηκαν αξιόλογα αγάλματα, μεταξύ των οποίων το άγαλμα της Θέμιδος (χρονολογείται περί το 300 π.Χ. και φυλάσσεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο). Η βάση του φέρει επιγραφή με το όνομα του Ραμνούσιου γλύπτη Χαιρέστρατου.
Γύρω στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ., οι πρώτοι χριστιανοί καταστρέφουν τα ιερά και το άγαλμα της Νεμέσεως και ο χώρος, παρακμάζει οριστικά. Τα λείψανα όμως, τόσο του ιερού, όσο και του φρουρίου, δεν καλύφθηκαν πλήρως και ήταν πάντα ορατά στους περιηγητές και στους επισκέπτες της περιοχής.
Στην περιοχή πραγματοποιήθηκαν το 1813, για πρώτη φορά, έρευνες από την Εταιρεία των Dilettanti. Κατά τον 19ο αιώνα συνεχίστηκαν οι ανασκαφές από τους Δημήτριο Φίλιο και Βαλέριο Στάη, υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας. Από το 1975 επαναλήφθηκαν οι ανασκαφές από τον Βασίλειο Πετράκο, με σκοπό την ανασύσταση της πραγματικής εικόνας της Ραμνούντος.
Παρά το γεγονός ότι παραμείναμε στον χώρο για περίπου 2 ώρες, είδαμε μόνο δύο Έλληνες επισκέπτες και έναν Αμερικανό! Αυτός ο αρχαιολογικός χώρος δεν έχει αναδειχτεί όσο του αξίζει και πολλοί είναι αυτοί που αγνοούν ακόμα και την ύπαρξή του. Στον Ραμνούντα βρέθηκαν τα ερείπια μιας ολόκληρης πολιτείας και αυτό το γεγονός από μόνο του αρκεί για να πάρουμε μια ιδέα του πόσο σημαντικός είναι αυτός ο τόπος. Μάλιστα, το Ιερό της Νεμέσεως που βρίσκεται εδώ, θεωρείται το σημαντικότερο ιερό αυτής της θεότητας στον ελλαδικό χώρο. Ο ναός ιδρύθηκε εδώ γιατί οι Αθηναίοι θεώρησαν ότι η Νέμεσις, ο Πάν και ο Θησεύς τους βοήθησαν να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά την απειλή των Περσών. Ειδικότερα δε, η Νέμεσις επενέβη όταν οι Πέρσες κατέφθαναν στον Μαραθώνα με ένα μεγάλο κομμάτι από Παριανό μάρμαρο το οποίο θα επεξεργάζονταν μετά τη νίκη τους ενάντια στους Αθηναίους. Η βεβαιότητα αυτής της νίκης θεωρήθηκε ύβρις και τιμωρήθηκε.
Σχετικά με το Ιερό της Νεμέσεως και τον ναό της Θέμιδος, είναι πολύ ενδιαφέροντα όσα αποκαλύπτει η Δρ. Ελένη Ανδρίκου, Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ανατολικής Αττικής. “Αρχικά είχε κτιστεί ένας μικρός ναός (10×6 μ.) με δύο δωρικούς κίονες στην είσοδό του. Μέσα σε αυτόν βρέθηκε το 1890 στις ανασκαφές του Βαλέριου Στάη το υπερφυσικού ύψους (2,20 μ.). άγαλμα της Θέμιδος. Μια επιγραφή στη βάση του μας ενημερώνει ότι το άγαλμα έφτιαξε ο γλύπτης Χαιρέστρατος και ήταν ανάθημα, αφιέρωμα δηλαδή, του Ραμνουσίου Μεγακλέως. Αυτός ήταν ο ναός της Θέμιδος, της θεάς της Δικαιοσύνης. Το μεγάλο ιερό ήταν, όμως, της Νεμέσεως. Ξεκίνησε να κτίζεται το 430 π.Χ. , από τον ίδιο αρχιτέκτονα που έκτισε το Ηφαιστείο στην Αθήνα (γνωστό ως Θησείο), τον ναό του Ποσειδώνα στο Σούνιο, τον ναό του Άρεως στις Αχαρνές. Δεν ξέρουμε το όνομά του αλλά είμαστε σίγουροι ότι είναι ο ίδιος άνθρωπος. Αυτός ο ναός ήταν μεγαλύτερος, 22×11 μ., δωρικού ρυθμού, με κίονες περιμετρικά και μπροστά από την είσοδό του υπήρχε ένας μεγάλος βωμός για τις ιεροπραξίες. Κατά την ανασκαφή, όπως έγινε τμηματικά, βρισκόντουσαν κομμάτια από ένα μεγάλο, γυναικείο άγαλμα- αυτά μελετήθηκαν από τον Γεώργιο Δεσπίνη, σημαντικό αρχαιολόγο, που τελικά απεκατέστησε από αυτά τα θραύσματα την μορφή που είχε το υπερμέγεθες άγαλμα της θεάς Νεμέσεως. Οι Ρωμαίοι έκαναν αντίγραφα σπουδαίων ελληνικών αγαλμάτων- από ένα τέτοιο ρωμαϊκό αντίγραφο που εντόπισε ο Δεσπίνης, έγινε η ταύτιση των θραυσμάτων του πρωτότυπου αγάλματος. Ήταν δημιούργημα ενός σπουδαίου γλύπτη της αρχαιότητας, του Αγοράκριτου, μαθητή του Φειδία. Αλλά οι Ραμνούσιοι, προτιμώντας την αίγλη του Φειδία, διέδιδαν ότι το αυτός ήταν ο γλύπτης.”
Μύθοι που σχετίζονται με τη Νέμεση
Η Νέμεσις ήταν η θεία δίκη, αυτή που επενέβαινε για να κρατήσει τις ισορροπίες και να αντισταθμίσει το άδικο. Εξασφάλιζε το Κοσμικό Ιερό Δίκαιο ενώ σε ανθρώπινο επίπεδο, έθετε τα όρια και τιμωρούσε τον εγωισμό, την υπεροψία και την αλαζονεία. Αποτελούσε αναπόσπαστο μέρος της συμπαντικής νομοτέλειας που εκφραζόταν ως Ύβρις-Άτις-Νέμεσις-Τίσις. Εν συντομία, όποιος ξεπερνά τα όρια, γίνεται αλαζόνας, δηλαδή διαπράττει ύβρη, προχωρά σε πράξεις ανόσιες, προσβλητικές αλλά και απροσεξίας (Άτις) για τις οποίες η θεία δίκη (Νέμεσις) αναλαμβάνει την τιμωρία, η οποία οδηγεί σε καταστροφή (Τίσις).
Υπάρχουν πολλές διαφορετικές μυθολογικές αφηγήσεις για τη γέννηση της Νεμέσεως.
1. από την Νύκτα, δίχως «αρσενικό» στοιχείο (κατά την «Θεογονία» του Ησίοδου, 223)
2. από τον Ωκεανό (κατά τα «Διονυσιακά» του Νόννου, και την τοπική παράδοση Ραμνούντος, όπως σημειώνει ο Παυσανίας)
3. από το Έρεβος και την Νύκτα (κατά τον Υγίνο)
4. από τον Θεό Δία («Κύπρια έπη», απόσπ. 8)
5. από την Θεά Δίκη (κατά τον Μεσομήδη)
Το όνομα της Θεάς ετυμολογείται από το ρήμα «νέμω», δηλαδή κατανέμω δίκαια και το ουσιαστικό «νέμησις», δηλαδή απονομή του οφειλομένου. Σύμφωνα με την επικρατέστερη μυθολογική εκδοχή, ο Δίας κατεδίωξε ερωτικά τη Νέμεση, η οποία μεταμορφώθηκε σε χήνα για να τον αποφύγει. Ωστόσο, ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο και την έκανε δική του στον Ραμνούντα, όπου και ιδρύθηκε το σημαντικότερο Ιερό της θεάς. Από την ένωσή τους, η Νέμεσις γέννησε ένα αβγό, μέσα από το οποίο γεννήθηκαν οι Διόσκουροι και η Ωραία Ελένη.
Σε πολλούς μύθους, υπήρχε η συσχέτιση της Ωραίας Ελένης με την Νέμεση. Κατά άλλες εκδοχές, η θεά αποτελεί τη μεταφυσική μητέρα της Ελένης και στο Ιερό του Ραμνούντα διασώθηκε τμήμα της απεικόνισης που θέλει τη μητέρα της Ελένης, Λήδα, να την οδηγεί στην Νέμεση. Λόγω αυτών των συνδέσεων, κατά την Ύστερη Αρχαιότητα, η Θεά Ελένη λατρευόταν στο Ίλιον (Τροία) με το κοινό με την Νέμεση προσωνύμιο «Αδράστεια».
Η προφητεία του Ησίοδου για τη Νέμεση και το γένος των ανθρώπων
Ο Ησίοδος θεωρείται ο πιο σπουδαίος αρχαίος ποιητής, μαζί με τον Όμηρο. Στο «Eργα και Ημέραι», μιλά για τα πέντε γένη των ανθρώπων: το χρυσό, το αργυρό, το χάλκινο, το ηρωικό και το σιδηρούν. Ο ίδιος ο ποιητής, αλλά και εμείς σήμερα, θεωρείται ότι ανήκουμε στο τελευταίο γένος των ανθρώπων. Στο διδακτικό έργο του Ησίοδου “Έργα και Ημέραι” (στ. 173 δ – στ. 201) διαβάζουμε για κάποιες καταστάσεις που μοιάζουν επίκαιρες και αναγνωρίζονται ως σημεία των καιρών για την προφητεία που ακολουθεί:
«Μακάρι εγώ ανάμεσα στου πέμπτου γένους τους ανθρώπους να μην ήμουν, μα είτε πιο μπροστά να πέθαινα ή ύστερα να γεννιόμουν. Αφού τώρα πια το σιδερένιο υπάρχει γένος. […] Κι ο Δίας θ᾽ αφανίσει και τούτο των θνητών το γένος, την εποχή που σαν γεννιούνται οι άνθρωποι θα γίνονται ασπρομάλληδες. Με τα παιδιά του όμοιος δε θα είναι ο πατέρας, μήτε με τον πατέρα τα παιδιά, κι ούτε ο φιλοξενούμενος αγαπητός σ᾽ αυτόν που τον φιλοξενεί, στο σύντροφο ο σύντροφος, μήτε θα είναι ο αδερφός αγαπητός, σαν πρώτα. Μόλις γεράσουν οι γονείς τους θα τους ατιμάζουν, θα τους κατηγορούν μιλώντας τους με λόγια φοβερά, οι άθλιοι, την τιμωρία των θεών περιφρονώντας. Κι ούτε στους γέροντες γονείς τους το χρέος που τους ανάθρεψαν θ᾽ ανταποδίνουν. Στη βία των χεριών το δίκιο τους. Κι ο ένας την πόλη του άλλου θ᾽ αφανίσει. Διότι δε θα τιμάται ο πιστός στον όρκο του, ο αγαθός, ο δίκαιος, μα του κακού το δράστη θα τιμήσουν πιο πολύ και τον ακόλαστο. Στη βία των χεριών το δίκαιο κι η ντροπή θα είναι, ο άντρας ο κακός θα βλάπτει τον καλύτερο, θα τον κατηγορεί με λόγια διεστραμμένα, δίνοντας κι από πάνω όρκο. Ο φθόνος χαιρέκακος, κακόγλωσσος, στην όψη μισητός, θα συνοδεύει όλους τους ταλαίπωρους ανθρώπους. Και τότε προς τον Ολυμπο απ᾽ τη γη με τους πλατιούς τούς δρόμους, αφού σε άσπρα πέπλα το ωραίο σώμα τους καλύψουνε, θα παν να σμίξουνε με των αθανάτων το γένος, τους ανθρώπους πίσω αφήνοντας, η Αιδώς και η Νέμεση. Και μόνο οι πόνοι οι θλιβεροί θα απομείνουν στους θνητούς ανθρώπους. Κι απ᾽ το κακό προφύλαξη δε θα υπάρχει». *Απόσπασμα από τη μετάφραση του Σταύρου Γκιργκένη, εκδόσεις Ζήτρος.
Σύμφωνα με αυτήν την προφητεία λοιπόν, η θεά Νέμεσις θα εγκαταλείψει το σιδηρούν γένος των ανθρώπων για να εγκατασταθεί στον ολόλαμπρο Όλυμπο μαζί με τους άλλους θεούς. Θα είναι τέτοια η κατάντια των ανθρώπων και των κοινωνιών, που ούτε η αιδώς και η τιμωρία/δικαιοσύνη δεν θα μείνουν πια για να συνετίζουν τους ανθρώπους. Τότε είναι που θα ακολουθήσει ένα ακόμα πιο δυστοπικό μέλλον, στο οποίο το κακό ανθίζει και μένει ατιμώρητο.
Δεν μένει όμως, ήδη, τόσο κακό στον κόσμο ατιμώρητο; Μήπως η Νέμεσις μας έχει ήδη εγκαταλείψει;
Θα χαρώ να λάβω τα σχόλια και τις παρατηρήσεις σας στο email: ioanna@myalchemies.com