Θα μεταφερθούμε στην πόλη Αλμπί της Γαλλίας, εν έτει 1165 μ.Χ. όπου πραγματοποιήθηκε μια σημαντική εκκλησιαστική Σύνοδος. Σε αυτήν τη Σύνοδο καταδικάστηκαν οι αιρετικοί της Προβηγκίας και ιδιαίτερα αυτοί που ανήκαν στη σέκτα των Καθαρών. Γενικά, η περιοχή της Προβηγκίας ποτέ δεν αποδέχτηκε το δόγμα του ρωμαιοκαθολικισμού και πιθανόν σε αυτό σημαντικό ρόλο να έπαιξε η ύπαρξη διαφόρων αιρέσεων, καθώς και η σταθερή πίστη σε αυτές.
Οι άνθρωποι αυτής της περιοχής είχαν φανεί δεκτικοί τόσο στον εβραϊκό όσο και στον μαυριτανικό πολιτισμό, έτοιμοι να μοιραστούν όλες τις εσωτερικές τους παραδόσεις και να επικρίνουν την ιεραρχία του ρωμαιοκαθολικισμού. Αναφερόμαστε μία περίοδο κατά την οποία συνέβαιναν πολλά σκάνδαλα στον κόλπο της Δυτικής Εκκλησίας, μαρτυρώντας την φαυλότητα και την διαφθορά των κληρικών της.
Ας επιστρέψουμε όμως στη Νότια Γαλλία και την παράλια ζώνη. Σε ολόκληρη την ακτή που βρέχεται από τη Μεσόγειο πραγματοποιούνταν έντονες ζυμώσεις, και λογικό είναι αυτό, καθώς υπήρχε μεγάλη πολυπολιτισμικότητα στην περιοχή. Ωστόσο, το βασικό τους αίτημα ήταν η ελευθερία. Οι Προβηγκιανοί δεν ήταν σύμμαχοι με το στέμμα της Γαλλίας και ούτε επιθυμούσαν την εξάρτησή τους από τον Πάπα της Ρώμης.
Οι συνεχώς αυξανόμενοι πιστοί της αίρεσης των Καθαρών ήταν κατά βάση απλοί χωρικοί και αγρότες . Άκουγαν τα λόγια των κηρύκων της σέκτας, δούλευαν νυχθημερόν στα χωράφια τους, μοιράζονταν το ψωμί τους και παρακινούνταν από τους κήρυκες να ζουν με την απλότητα και καθαρότητα που έζησε και κήρυξε ο Ιησούς. Πίστευαν στον χριστιανισμό με έναν τρόπο όμοιο με εκείνο των πρώτων χριστιανών, όπως περιγράφεται στις Πράξεις των Αποστόλων στην Καινή Διαθήκη.
Οι ίδιοι, θεωρούσαν ότι είχαν κρατήσει ανόθευτη τη διδασκαλία του Ιησού και ότι την εφάρμοζαν κατά γράμμα. Ωστόσο οι θεωρήσεις τους για τον Θεό είναι λίγο πιο πολύπλοκες από ότι φαίνονται με μια επιδερμική επαφή επί του θέματος.
Οι Καθαροί είχαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την πνευματική ζωή και αποστροφή προς τον γάμο. Καταδίκαζαν την φυλάκιση του πνεύματος στο σώμα και έτσι αποστρέφονταν και το ιερό μυστήριο του γάμου. Αυτό βέβαια έχει τις απαρχές του και στους πρώτους εβραιοχριστιανούς οπαδούς του Πέτρου, οι οποίοι πίστευαν ότι το τέλος ήταν τόσο κοντά που δεν υπήρχε λόγος να παντρεύονται. Παρόλα αυτά, προφανώς αυτοί οι άνθρωποι δεν ήταν αρνητικοί στην ιδέα της οικογένειας και στη σύλληψη παιδιών, όπως τους κατηγόρησαν στα χρόνια της Ιεράς εξέτασης, αλλά δεν πίστευαν στην ιδέα του γάμου όπως την προωθούσε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Για τους ίδιους λόγους απέρριπταν και τη βάφτιση.
Το κήρυγμα των Καθαρών είχε μοτίβο τον απλό τρόπο ζωής και πίστευαν στην συνεχή παρουσία και καθοδήγηση από τον Θεό. Η πίστη τους προσδιόριζε έναν τρόπο με τον οποίο θα πορεύονταν στη ζωή τους, ενώ οι ίδιοι αποκαλούσαν τους εαυτούς τους χριστιανούς. Πίστευαν ότι ο Ιησούς πέραν του ρόλου που είχε ως Μεσσίας, προφήτης, ιερέας και Βασιλιάς ήταν πέρα για πέρα άνθρωπος και πως ο ίδιος και όλοι οι άνθρωποι λειτουργούν σαν πήλινα δοχεία για να δεχτούν τη χάρη από το Άγιο Πνεύμα.
Επίσης, γνώριζαν το περιεχόμενο των διδασκαλιών του Ιησού και τις αποδέχονταν πλήρως ως οδούς για την αγιότητα και τη σωτηρία της ψυχής τους. Ωστόσο, δεν θεωρούσαν τη βύθιση των βρεφών σε μία κολυμβήθρα και την παρακολούθηση της Κυριακάτικης Λειτουργίας αρκετές για τη σωτηρία τους. Η παρέκκλιση από τα τυπικά εθιμοτυπικά της ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας δεν άρεσε καθόλου στα υψηλά ιστάμενα πρόσωπα της εκκλησιαστικής ιεραρχίας.
Στην περιοχή της Προβηγκίας ο ανταγωνισμός με την Καθολική Εκκλησία ήταν εκτεταμένος. Η ιεραρχία της Εκκλησίας απλώς προχωρούσε στην ανάγνωση του Ευαγγελίου ενώ στην καθημερινότητά της εκμεταλλευόταν τους φτωχούς για να ζουν εκείνοι μέσα σε σχετική πολυτέλεια. Αυτό όπως είναι λογικό προκάλεσε τις αντιδράσεις των φτωχών που έβλεπαν ότι τα κηρύγματα δεν είχαν εφαρμογή στην πραγματικότητα. Η πίστη προς όσα πρέσβευε ο Παπισμός είχε πλέον κλονιστεί για τα καλά!
Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός, πως οι Αλβιγηνοί έφεραν πάντα ένα αντίγραφο του Ευαγγελίου κρυμμένο πάνω τους και δεμένο καλά γύρω τους όταν πήγαιναν στις συναντήσεις τους. Ήταν θερμοί αναγνώστες των Γραφών και θεωρούσαν ότι τηρούσαν και με τις πράξεις και την άσκηση της πνευματικότητας το Ευαγγέλιο. «Αλβιγινοί» είναι ένας όρος για τους αιρετικούς, όπως ορίστηκαν από τη Σύνοδο του Αλμπί. Πάνω τους λοιπόν έφεραν απόσπασμα από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, και μάλιστα σε αυτό το χωρίο ο Ιωάννης ονομάζει τον Ιησού «Αμνό» και «Νυμφίο».
Οι ομάδες των Καθαρών ήταν σαφώς αντιεκκλησιαστές. Δημιούργησαν τη δική τους εκκλησία και απέρριπταν την χρήση του σταυρού ως σύμβολο μαρτυρίου, στο οποίο κατά συνέπεια δεν άξιζαν τιμές. Θεωρούσαν ότι η Ιησούς, πέρα από το εκλεκτό πρόσωπο που ήδη αναφέραμε, δεν θα μπορούσε να είναι η ενανθρώπιση του Θεού επί Γης κι ότι σταυρώθηκε. Αυτός είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο δεν τιμούσαν το σύμβολο του σταυρού, όπως αναφέραμε ήδη. Αυτή η πεποίθησή τους απορρέει από την ιδιαίτερη αντίληψη που είχαν για τον Θεό.
Απέδιδαν τη δημιουργία αυτού του κόσμου σε έναν Θεό που είναι κακός ή αλλιώς σε κάποια δαιμονική δύναμη, καθώς ένας καλός Θεός δεν θα μπορούσε να έχει δημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο πρυτανεύει η αδικία, η ανισότητα και η βία. Δηλαδή, ο καλός Θεός είναι υπεύθυνος για τον πνευματικό κόσμο, όχι για τον υλικό. Έτσι, ήταν σαν να πίστευαν σε έναν δυαδικό Θεό, καλό αλλά και κακό. Στόχος της ανθρωπότητας είναι να ξεφύγει από αυτό το κακό, να βρει τρόπο να δραπετεύσει από το υλικό της σώμα και να μπορέσει να ενωθεί με τον αγνό Θεό του πνευματικού κόσμου.
Επίσης, ισχυρίζονταν πως είχαν διατηρήσει το Άγιο Πνεύμα που είχε φωτίσει τους Αποστόλους την Πεντηκοστή. Δεν χρειάζονταν ιερατείο ή κάποιο κτίριο για να εκφράσουν την πίστη τους και μάλιστα υπήρχε ισότητα ανδρών και γυναικών στους κόλπους των Καθαρών. Οι γυναίκες μπορούσαν να κληρονομούν, να κατέχουν περιουσία και να κηρύττουν, όπως ακριβώς συνέβαινε και στις πρώτες χριστιανικές κοινότητες, μια πρακτική που απέρριψε ο ρωμαϊκός καθολικισμός. Η στάση τους αυτή αντανακλούσε έναν γενικότερο σεβασμό για τις γυναίκες και μια ιδιαίτερη αγάπη για αυτές συμπεριλαμβανομένης και της Μαρίας της Μαγδαληνής.
Οι Καθαροί κήρυτταν ανά ζεύγη στην εξοχή όπως ακριβώς και οι πρώτοι μαθητές του Ιησού. Είχαν μεγάλη επιμονή στην μετάφραση της Βίβλου στη γλώσσα τους και τόσο τα αγόρια όσο και κορίτσια μορφώνονταν κανονικά. Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις τα κορίτσια λάμβαναν καλύτερη μόρφωση από τα αγόρια. Το 1209 το Βατικανό ξεχύθηκε με όλες του δυνάμεις εναντίον των Καθαρών και τους πολέμησε άγρια μαζί με τους υπέρμαχους του γαλλικού στέμματος για μια ολόκληρη γενιά σχεδόν. Όπως αναμενόταν, το τελευταίο οχυρό των Καθαρών έπεσε στη μάχη το 1244 στο Μονσεγκίρ, ένα κάστρο στα Πυρηναία το οποίο κατέλαβαν οι εχθροί έπειτα από πολιορκία δέκα μηνών.
Την εποχή εκείνη, οι φρικαλεότητες κατά των Αλβιγηνών έφτασαν στο απόγειό τους με την ρίψη περισσότερων των διακοσίων ανθρώπων στην πυρά. Το κυνήγι που εξαπολύθηκε εναντίον τους ήταν ανελέητο. Ασφαλώς, όλο αυτό δεν ήταν τυχαίο, όπως δεν ήταν τυχαίο ούτε το γεγονός ότι οι Αλβηγινοί ήταν πιστοί ακόλουθοι της Μαρίας Μαγδαληνής, της οποίας ο τάφος ήταν κάπου στην Προβηγκία όπως έλεγαν οι παραδόσεις τους. Αυτό ασφαλώς ερχόταν σε αντίθεση με την ρωμαιοκαθολική εκκλησία, δηλαδή «το τέκνο» του Αποστόλου Πέτρου.
Με τη σύνοδο του Αλμπί ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για τους αιρετικούς της Προβηγκίας. H Αλβηγινή Σταυροφορία διήρκησε επίσημα από το 1209-1229 παρά το γεγονός ότι οι διωγμοί των αιρετικών είχαν ήδη αρχίσει από τη Σύνοδο του Αλμπί.
Πηγές φωτογραφιών: warfare history network, wikipedia, brewminate.com